Ο David Hume γεννιέται στη Σκωτία το 1711 και ξεκινάει να γράφει την Πραγματεία για την Ανθρώπινη Φύση όταν είναι 21 ετών. Σκοπός της Πραγματείας, που τελικά δημοσιεύεται περίπου 10 χρόνια αργότερα, είναι να ιδρύσει μια νέα -για την εποχή- επιστήμη: μιαν επιστήμη του ανθρώπου.
Αυτό που επιχειρεί ο Hume είναι ριζικά νέο, κυρίως επειδή αποφασίζει να εγκαταλείψει την οντολογία, δηλαδή την ερώτηση που αφορά στις έσχατες αιτίες και την ουσία των πραγμάτων. Εδώ, δεν έχουμε να κάνουμε με οντότητες, αλλά με λειτουργίες. Η φιλοσοφία του Hume μετατοπίζει το κατ’εξοχήν φιλοσοφικό ερώτημα: αντί, λοιπόν, να ρωτάμε “τι κάτι είναι”, ρωτάμε “τι κάτι κάνει”,”πώς λειτουργεί”.
Το ερώτημα που θα μας απασχολήσει είναι το εξής: μπορεί κάτι τόσο παλιό να μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα το σημερινό; Επιπλέον, και ίσως ακόμα πιο καίρια, είναι η σκέψη του Hume χρήσιμη για την κινηματική σκέψη σήμερα; Θα παρουσιάσουμε, όσο το δυνατό συνοπτικότερα, τις βασικές θέσεις της γνωσιοθεωρίας του Hume, ενώ ορίζοντά μας θα αποτελεί η συγκρότηση του υποκειμένου. Εάν, πράγματι, με τον Hume έχουμε εγκαταλείψει τον παλιό κόσμο της οντολογίας και της μεταφυσικής, τι επιτρέπει την ανάδυση εκείνου που -χοντρικά- ονομάζουμε “εγώ”;
Εάν απορρίψουμε την έννοια μιας ανθρώπινης ουσίας που προστατεύει την ταυτότητα από την αναπόφευκτα διαρκή αλλαγή, τότε τι μας προφυλάσσει από τον σκεπτικισμό; Για να το θέσουμε με πιο σύγχρονους όρους: μπορούμε -και πώς- να μιλάμε για ρευστότητα ταυτοτήτων, δίχως να κινδυνεύουμε να αφανίσουμε την ίδια τη δυνατότητα ενός υποκειμένου που υποφέρει ή αντιστέκεται; Με άλλα λόγια, μπορούμε να είμαστε ακριβείς στη θεωρία -δηλαδή σκεπτικιστές- δίχως η καθαρότητά της να καταστρέφει κάθε δυνατότητα πράξης;
Σημείο εκκίνησής μας θα αποτελέσει η διάκριση εντυπώσεων-ιδεών, οι οποίες συνιστούν τον ανθρώπινο νου. Θα παρακολουθήσουμε το νου να “προσβάλλεται” από τη φαντασία και να ελέγχεται από το λόγο. Θα περιγράψουμε τις λειτουργίες των 2 “αρχών της ανθρώπινης φύσης”: του συνειρμού και των παθών, που συστηματοποιούν το νου και τον μετασχηματίζουν σε υποκείμενο. Και τέλος, θα δούμε πώς ο Hume καταφέρνει να σώσει τη δυνατότητα της πράξης, δηλαδή της ζωής, μολονότι κάθε είδους γνώση θα έχει πια υποβιβαστεί σε απλή γνώμη. Ο Hume, δηλαδή, θα αναμετρηθεί με το ερώτημα: πώς μπορούμε να συνεχίζουμε, ακόμα κι αφότου κάθε βεβαιότητα έχει διαλυθεί;
Ως επίλογο, θα δοκιμάσουμε να προτείνουμε μιαν ανάγνωση των κειμένων του Samuel Beckett που θα κινείται παράλληλα με όσα έχουμε δει στον Hume. Θα υποθέσουμε ότι, παρά την ακραία διασπορά -ή χάριν αυτής- υπάρχει ένα νήμα που διατρέχει το σύνολο των ιστοριών του: πώς μπορώ να πω τι είμαι, τη στιγμή που το πέρασμα του χρόνου διαλύει τη δυνατότητα κάθε ταυτότητας; Τι επιτρέπει τη διατήρηση ενός -έστω- ελάχιστου εγώ που είναι αναγκασμένο να σκέφτεται και να αποφασίζει, ακόμα κι όταν όλες οι βεβαιότητες έχουν εκλείψει;
Εάν ο Hume ξεκινάει από το ελάχιστο, δηλαδή το νου και τον παρακολουθεί να συγκροτείται σε υποκείμενο, θα δοκιμάσουμε να δείξουμε ότι ο Beckett αναλαμβάνει την ίδια εργασία, αλλά ανεστραμμένη: ξεκινά από το υποκείμενο και με σταδιακές αφαιρέσεις, πασχίζει να διακρίνει τον ελάχιστο πυρήνα του ανθρώπινου.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 1 Ιούνη, στο χώρο της βιβλιοθήκης του Mικρόπολις “La Otra Biblioteca”, στις 19.30.
Για μια εισαγωγή στα θέματα της συζήτησης, μπορείτε να συμβουλευτείτε τα αποσπάσματα στους παρακάτω συνδέσμους:
DELEUZE (στα αγγλικά)