2η συνάντηση: Κυριακή 12/3, στις 18.00
Όψεις της γλώσσας και της νόησης: Peirce, Saussure, Chomsky, Vygotsky
Με άξονα τη διασύνδεση γλώσσας και νόησης, στη συνάντηση αυτή θα συζητηθούν εκείνες οι όψεις της γλώσσας που αποκαλύπτουν στοιχεία για την καταγωγή της, τη –μοναδική– θέση της ανάμεσα στα υπόλοιπα ζωικά σήματα, το ρόλο της στη δόμηση της ανθρώπινης υποκειμενικότητας καθώς και τη σχέση της με τους υπόλοιπους γνωσιακούς μηχανισμούς του ανθρώπινου νου. Προκειμένου να αναδειχθούν οι όψεις αυτές του γλωσσικού φαινομένου, η γλώσσα θα πρέπει –ουσιωδώς– να νοηθεί ως δείγμα, μέρος και πραγμάτωση της ευρύτερης συμβολικής ικανότητας των ανθρώπινων όντων – εκείνης, μάλιστα, της συμβολικής ικανότητας που μας επιτρέπει να κατασκευάζουμε έννοιες και να τις συμβολίζουμε/κωδικοποιούμε λεκτικά. Ο όρος συμβολική ικανότητα αναφέρεται στη γενικότερη ικανότητά του ανθρώπου να κατασκευάζει έννοιες –νοητικές δομές/μορφώματα οργάνωσης της γνώσης– προκειμένου να αναπαραστήσει νοητικά –τα σημαντικά/χρήσιμα για αυτόν– στοιχεία της επαφής του με την εξωτερική πραγματικότητα. Η ίδια η νόηση (cognition) σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ταυτιστεί με την έλλογη σκέψη. Η –συνειδητή και ασύνειδη– νόηση, αντίθετα, περιλαμβάνει το σύνολο των γνωσιακών και αντιληπτικών μηχανισμών που συμβάλλουν στην οργάνωση της γνώσης για τον κόσμο και που αντανακλούν την επαφή μας με την εξωτερική πραγματικότητα. Υπάρχουν προφανώς διαφορετικές μορφές νόησης (γλωσσική, αισθητηριακή, κινητική, εικονική) οι οποίες συνυπάρχουν στο εσωτερικό του ανθρώπινου νου.
Με στόχο τη διερεύνηση της σχέσης γλώσσας και νόησης θα αντιπαραβάλλουμε βασικές αρχές της –εσωτερικής/κλειστής – γλωσσολογίας του Saussure και του Chomsky με απόψεις που προέρχονται από διαφορετικά πεδία μελέτης – πρβ. τη σημειολογία του C.S. Peirce, την κοινωνική ψυχολογία του Vygotsky και, τέλος, την γνωσιακή επιστήμη. Στόχος ειδικότερα είναι να αναρωτηθούμε αν η γλωσσική νόηση αποτελεί μια εντελώς εξειδικευμένη ικανότητα του νου –έναν αυτόνομο υπομηχανισμό του εγκεφάλου που λειτουργεί ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες γνωσιακές δομές επεξεργασίας του κόσμου– ή αν, αντίθετα, βρίσκεται σε πλήρη συνάρτηση με την πλήρη ανάπτυξη και διεπίδραση όλων των γνωσιακών μηχανισμών.
Στο πλαίσιο της σύγχρονης –επίσημης– γλωσσολογίας η γλωσσική ικανότητα αποτελεί ριζικά διαφορετικό συμβολικό σύστημα από τα υπόλοιπα πιθανά και θεωρείται εγγενής νοητική ικανότητα· σύμφωνα με τον Chomsky το παιδί γεννιέται με μια μορφή αναπαράστασης της γλώσσας που ορίζεται εξαρχής, χωρίς τη συμβολή του περιβάλλοντος. Η υπόθεση αυτή έχει αμφισβητηθεί τόσο στο εσωτερικό της ίδιας της γλωσσολογικής έρευνας όσο και σε ένα διεπιστημονικό πλαίσιο, με κορυφαίο παράδειγμα την πειραματική αναπτυξιακή ψυχολογία του Piaget. Ισχυρισμός του τελευταίου είναι ότι «το παιδί, αναπτυσσόμενο, περνά από στάδια επιτυγχάνοντας όλο και πιο […] ισχυρούς τρόπους συλλογισμού. Η δυνατότητα παράστασης της γνώσης προϋποθέτει μια σειρά δράσεων πάνω στο περιβάλλον, οι οποίες επιτρέπουν την ανάπτυξη των συμβολικών ικανοτήτων, μεταξύ των οποίων και η γλώσσα» (Κονδύλη 2009). Στο σύνολό τους οι αντιτιθέμενες στην καθαρή γλωσσολογία απόψεις αναθέτουν πολύ μεγάλο ρόλο στο ανθρώπινο/κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον –στην εξωγλωσσική, με άλλα λόγια, πραγματικότητα– ως προς την οικοδόμηση της γλώσσας και της νόησης.
Ακολουθώντας τη σκέψη δύο σπουδαίων μελετητών της γλώσσας, του Peirce και του Vygotsky, θα σταθούμε στους τρόπους εκείνους με τους οποίους η γλώσσα –το σύμβολο (Peirce 1978), η γενίκευση και αφαίρεση (Vygotsky 1962)– όχι μόνο συνδέεται με την πραγματικότητα αλλά εξαρτάται από και γειώνεται στην βιωματική, ενσώματη, επαφή του ανθρώπου με τον εμπράγματο κόσμο. Θα δούμε πώς η γλώσσα, το μοναδικό, σύμφωνα με τον Pavlov, δευτερογενές σύστημα σήμανσης –μοναδικό με την έννοια ότι δεν είναι δεσμευμένο στο εδώ και τώρα, στο σχήμα Ερέθισμα-Αντίδραση– έλκει την καταγωγή της, τις ρίζες της, από την πρωτογενή –αδιαμεσολάβητη– σήμανση της επικοινωνίας του ζωικού βασιλείου ή/και της ζωικής πλευράς μας.
Εντέλει, και με όρους της σημειολογίας/σημείωσης, θα αναλογιστούμε γιατί η γλώσσα και η σκέψη όχι μόνο δεν αποτελούν ένα καθαρό και αποκομμένο μέσα στον εγκέφαλο, αυστηρά δομημένο, σύστημα, αλλά, αντίθετα, γλώσσα και σκέψη και, ακόμη, το ίδιο το ανθρώπινο υποκείμενο και η ζωή του μπορούν να νοηθούν ως απόλυτα και αμετάκλητα μολυσμένα από ‘πραγματικότητα’ σημεία.
fbevent: https://www.facebook.com/events/164851040692728/